Πράγματι, στις αρχές του 2000 ψηφίστηκε στην Ουγγαρία – και βρίσκεται ακόμη σε ισχύ – νόμος ναζιστικής χροιάς, που υποχρεώνει τους κατόχους «ημίαιμων» σε καταβολή έξτρα φορολογίας. Πρακτικά, δηλαδή, απαγορεύεται να περιθάλψεις άστεγα και φτωχά τετράποδα… Με άξονα το συγκεκριμένο νόμο (με ιδιαίτερη φόρτιση συμβολικής αξίας) και φόντο την πολιτική της αστικής εξουσίας που ανοίγει διάπλατα τις πύλες της ευρωενωσιακής Ουγγαρίας στον καλπάζοντα ναζισμό, ο σκηνοθέτης, συνθέτει μια φιλμική κατασκευή σε δυο ισομερή κεφάλαια. Το πρώτο το αποκαλούμε «κοινωνική αλληγορία» (περιγραφή της εκμετάλλευσης) και το δεύτερο, «εκδικητική φαντασίωση» ή «λυτρωτικός οραματισμός». Στην «ελεύθερη» πια Ουγγαρία της οικονομίας της αγοράς, υπάρχει χάσμα αγεφύρωτο ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη και περιορισμένη ελευθερία λόγου. Ετσι, η χρήση του σκύλου, ως κύρια μεταφορά του καταπιεζόμενου δεν είναι ασυνήθης, ιδίως σε χώρες με λογοκρισία, άλλες αφηγήσεις μπορεί να είχαν σκαλώσει… Η εκκωφαντική δε σαφήνεια των μεταφορών και συμβολισμών, εσωκλείει και μεταφέρει μια ατράνταχτη οικουμενικότητα. Στην ταινία «Λευκός θεός», η ιδέα, το θάρρος και η ακεραιότητά της, μαζί με το ιδεολογικό της πάθος και τη δημιουργική της μορφή, συνιστούν τα προεξάρχοντα στοιχεία της συνολικής αίσθησης… που σαν δυνατές σκυλίσιες σιαγόνες γραπώνουν το θεατή απ’ το λαιμό και δεν τον αφήνουν παρά μετά τους τίτλους του τέλους.
Η 13χρονη Λίλι και ο ημίαιμος σκύλος της Χάγκεν είναι αχώριστοι. Η Λίλι μετακομίζει για τρεις μήνες στον πατέρα της, ελεγκτή ποιότητας του κρέατος, στα σφαγεία. Οταν εκείνος αντιλαμβάνεται ότι ως έμμεσος ιδιοκτήτης ημίαιμου, υποχρεούται να πληρώσει φόρο, διώχνει το σκυλί, προς απελπισία της Λίλι που δε σταματά να τον αναζητά στη βροχερή πόλη. Στο πρώτο μέρος της ταινίας ακολουθούμε τον αδέσποτο πια Χάγκεν – που πρωτοσυναντήσαμε «εξανθρωπισμένο» – στις κακουχίες και τον αγώνα του για επιβίωση. Παρακολουθούμε την πορεία του προς την αποκτήνωση. Ξεφεύγει από τον μπόγια, τον πουλά όμως ο λούμπεν άστεγος για δυο δεκάρες στον ανθρωπόμορφο «επιχειρηματία» στοιχημάτων στις κυνομαχίες. «Το σκυλί θέλω να δουλέψει για μας», λέει το αφεντικό (από πού ως πού αφεντικό;). Ολοι, μέχρι και οι σκύλοι σ’ αυτό το σύστημα δουλεύουν σαν σκλάβοι για να πλουτίζουν τα αφεντικά… Ταινία άγρια, με πολύ ευαισθησία αλλά και τρομακτική από κάποιες πλευρές. Το ρόλο του σκύλου Χάγκεν κρατούν δύο αδέλφια: Ο Λουκ και ο Μπόντι, που φαίνεται ότι μπορούν να εκφράσουν όποιο συναίσθημα τους ζητηθεί.
Στο δεύτερο μέρος, η ταινία παίρνει μια αναπάντεχη στροφή. Οι σκύλοι εξεγείρονται, δραπετεύουν από το κυνοτροφείο και χυμούν απειλητικά στην πόλη που καταπίνει τον όχλο που ουρλιάζει…. Το τελευταίο εικοσάλεπτο της ταινίας εκπληκτικό για κείνη την αγωνία και τη θλιβερή ηχώ που εκπέμπει.
Στιγμές απίστευτου σινεμά, μέγας σκηνοθέτης ο Μουντρούτσο ελέγχει κάθε σπιθαμή της ταινίας που μιλά για θεσμοθετημένο ρατσισμό. Βαριά κοινωνική μεταφορά στις θεαματικές εικόνες με τις ορδές των αφηνιασμένων ζώων σ’ αυτή την ιστορία εξέγερσης ενάντια στην εκμετάλλευση που εκτροχιάζεται σε μια αιματηρή και χαοτική πορεία εκδίκησης που αγγίζει το είδος της ταινίας τρόμου. Μύθος που δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο. Αλληγορία, πολιτική, κοινωνικός τρόμος, μελό για παιδιά. Η σκηνοθεσία υπηρετεί μια ίντριγκα με πολλές εκπλήξεις και καταλήγει στην αποθέωση. Ο «Λευκός θεός» είναι μια ταινία για τους πάντες. Και για τους θαυμαστές του Μίκλος Γιαντσό στον οποίο είναι αφιερωμένη η ταινία και γι’ αυτούς που πάνε σινεμά για να φάνε ποπ κορν. Πρόκειται για ένα σινεμά που δίνει στο φορμαλισμό του μια υγιή πνοή…
Με τους: Ζόφια Πσότα, Σάντορ Ζότερ, Λίλι Μονόρι, Λίλι Χόρβαθ, Λάζλο Γκάλφι, Εργουιν Νάγκι
Παραγωγή: Ουγγαρία, Γερμανία, Σουηδία (2014)