Στη 42η θέση μεταξύ 78 χωρών κατατάσσεται η Ελλάδα με βάση τα αποτελέσματα της έκθεσης PISA του ΟΟΣΑ για το 2018, που ανακοινώθηκαν χτες. Θυμίζουμε ότι η εν λόγω έκθεση βγαίνει κάθε τρία χρόνια και μετρά τις επιδόσεις των 15χρονων μαθητών στην κατανόηση κειμένου, στα Μαθηματικά και στις Φυσικές Επιστήμες. Το πρόγραμμα PISA αποτελεί ένα εργαλείο του ΟΟΣΑ για να σχεδιάζει και να προωθεί τις αναδιαρθρώσεις που απαιτούν κάθε φορά οι επιχειρηματικοί όμιλοι για τα εκπαιδευτικά συστήματα.
Στα τεστ της PISA 2018 πήραν μέρος 6.403 μαθητές από 256 σχολεία της χώρας μας και οι επιδόσεις τους βαθμολογήθηκαν χαμηλότερα από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, συγκεντρώνοντας πάντως βαθμολογίες πάνω – κάτω παρόμοιες με αυτές που σημείωναν στις προηγούμενες μετρήσεις, του 2015 και του 2012. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα συγκέντρωσε 451 μονάδες στα Μαθηματικά, 457 μονάδες στην κατανόηση κειμένου και 452 μονάδες στις Φυσικές Επιστήμες, ενώ ο μέσος όρος από όλους τους συμμετέχοντες ήταν μεταξύ 487- 489 μονάδων. Σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση του 2015, η Ελλάδα συγκέντρωσε δέκα μονάδες λιγότερες στην κατανόηση κειμένου και από τρεις λιγότερες μονάδες σε Μαθηματικά και Φυσικές Επιστήμες. Πάντως, διαχρονικά από το 2000 που ξεκίνησε το πρόγραμμα PISA, η Ελλάδα συγκεντρώνει βαθμολογίες που κυμαίνονταν σε 450 – 480.
Συνολικά στη μέτρηση PISA 2018, το Πεκίνο, η Σαγκάη, η Jiangsu και η Zhejiang (Κίνα) και η Σιγκαπούρη σημείωσαν σημαντικά υψηλότερη επίδοση από όλες τις υπόλοιπες χώρες που έλαβαν μέρος, ενώ η Εσθονία, ο Καναδάς, η Φινλανδία και η Ιρλανδία σημείωσαν την υψηλότερη επίδοση ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ. Θυμίζουμε ότι την προηγούμενη δεκαετία οι μετρήσεις του PISA και οι κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ αποθέωναν το «σκανδιναβικό εκπαιδευτικό μοντέλο», ενώ την τελευταία δεκαετία έχουν στρέψει το βλέμμα στα εκπαιδευτικά αποτελέσματα που εντοπίζουν στις χώρες της Ασίας, κάτι που επαναλαμβάνεται και στο PISA 2018.