Άρχισε να φαντάζει πολύ μακρινή εκείνη η εποχή που ο κόσμος περίμενε το Σαββατοκύριακο για να πιει καφέ με το φιλικό του κύκλο σε κάποια καφετέρια, για να πιει ένα ποτήρι κρασί σε κάποια ταβέρνα, για να επισκεφτεί ένα φιλικό του σπίτι. Οι καφετέριες, οι ταβέρνες και τα σπίτια έκλεισαν. Ναι, έκλεισαν και τα σπίτια κι ας λένε πως μαζευόμαστε κρυφά και τα πίνουμε και μεταδίδουμε τον κορωνοϊό. Έκλεισαν και τα σπίτια, ούτε ναι και καλά από φόβο για την αρρώστια, ούτε ναι και καλά από πειθαρχία στις επιταγές των ειδικών και του κράτους. Έκλεισαν τα σπίτια γιατί ο κόσμος δεν έχει πλέον όρεξη εξαιτίας της κατάστασης που επικρατεί, εξαιτίας της αγωνίας του για το πότε θα λάβει τέλος το κακό, μα πιο πολύ εξαιτίας του φόβου για το πώς θα είναι η επόμενη μέρα μετά τον κορωνοϊό. Η επόμενη μέρα θα ξημερώσει σε έναν διαφορετικό πλανήτη, που μέχρι κι ο ήλιος θα φέγγει διαφορετικά.
Κάποτε ο κόσμος περίμενε το Σαββατοκύριακο για να γεμίσει τις μπαταρίες του και να ξαναρχίσει τη Δευτέρα ανανεωμένος. Κάποτε, όταν κάποιος ζοριζόταν κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, σκεφτόταν την Παρασκευή και χαλάρωνε καθώς εκείνην την ημέρα θα μπορούσε να ξεφύγει από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Κάποτε αναρωτιόμασταν πώς ζούνε λαοί οι οποίοι κλείνονται από τις πέντε το απόγευμα στο σπίτι τους και κοιμούνται με τις κότες. Κάποτε αυτή η ζωή μας φαινόταν περίεργη αν όχι αρρωστημένη. Τώρα μάθαμε πώς είναι. Κάποτε αναρωτιόμασταν πώς είναι να ζούνε μόνο για να δουλεύουν και να πηγαίνουν στο super market. Μέσα σ’ ένα χρόνο, βήμα το βήμα, μάθαμε καλά πώς είναι και αυτό. Κάποτε αναρωτιόμασταν πώς είναι ένας κόσμος χωρίς κοινωνικές συναναστροφές. Κι αυτό το μάθαμε. Το τηλέφωνο είναι κάτι απόμακρο. Το ίδιο και ο υπολογιστής. Δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την δια ζώσης επαφή.
Άραγε τα Σαββατοκύριακα που θα ξημερώσουν τη μετά κορωνοϊόν εποχή θα θυμίζουν σε τίποτα τα Σαββατοκύριακα της προ πανδημίας εποχής; Άραγε θα μπορέσουμε να ξεριζώσουμε ποτέ από μέσα μας τη συμπεριφορά της κορωνοϊκής εποχής; Άραγε θα θέλουμε να ξεριζώσουμε από μέσα μας αυτή τη συμπεριφορά κι αν θέλουμε θα μας αφήσουν να την ξεριζώσουμε; Άραγε θα ξαναξημερώσουν Σαββατοκύριακα ή από εδώ και πέρα αμέσως μετά την Παρασκευή θα ξημερώνει κατευθείαν Δευτέρα; Κάποτε κοροϊδεύαμε λαούς που η έξοδός τους ήταν η επίσκεψη στο super market. Άραγε μετά το τέλος του κορωνοϊού θα ξεφύγουμε από το super market ή θα το προτιμούμε από το θέατρο και τον κινηματογράφο; Άραγε τι σόι άνθρωποι θα είμαστε όταν θα τελειώσει αυτό και σε τι σόι κοινωνία θα ζούμε; Άραγε όταν τελειώσει αυτό το κακό θα διευρύνουμε ξανά τη μέρα μας ή θα την κρατήσουμε συρρικνωμένη από τις πέντε το πρωί έως τις έξι το απόγευμα;
Κ. Νότνολ