Καθώς προπονείς κόσμο επεξεργάζεσαι τις επιδόσεις του, αλλά ταυτόχρονα το μυαλό πετάει, ψάχνει, παιδεύεται. Έτσι σκεφτόμουν αν θα ήταν ποτέ δυνατό να ταξιδέψω 1.000 χιλιόμετρα, να βρεθώ σ’ εκείνην την πόλη έστω για τουρισμό και να μην πάω να τη δω, να μην πάω να δω τη Szabo! Θα ήταν αδύνατον. Δεν θα το έκανα από σεβασμό και προκειμένου να μην την απογοητεύσω. Θα το έκανα γιατί αισθάνομαι την ανάγκη να το κάνω. Αλλά αν ήμουν τόσο γάιδαρος ώστε να μην αισθάνομαι την ανάγκη να πάω να τη δω, θα πήγαινα να τη δω προκειμένου να μην μάθει ότι έφτασα μέχρι εκεί και δεν την αναζήτησα.
Την τελευταία φορά που βρέθηκα εκεί, χρόνια μετά την αποφοίτηση, πήγα κατευθείαν να την βρω. Δεν ήταν στο πανεπιστήμιο. Χρειάστηκε να ξαναπάω. Πέρασε μπροστά μου με φοιτητές. Καθόμουν σ’ έναν καναπέ. Δεν με είδε. Τη φώναξα. Δεν είπα στη γραμματεία ποιος είμαι όταν την έψαξα πιο πριν, οπότε η Szabo δεν ήξερε ότι ήμουν εκεί. Δεν θα την άλλαζα εκείνην τη στιγμή με τίποτα. Ο τρόπος που αντέδρασε στο άκουσμα του ονόματός της έδειξε ότι δεν πίστευε στ’ αυτιά της, δεν πίστευε ότι άκουγε τη φωνή μου. Μετά όταν γύρισε και με είδε! Οι φοιτητές που την ακολουθούσαν εξεπλάγησαν με την αντίδρασή της. Με αγκάλιασε, με φίλησε. Δεν συνήθιζε τέτοιες αντιδράσεις. Ήταν η καθηγήτριά μου. Της χρωστάω πολλά. Δεν ήταν δυνατόν να βρεθώ σε απόσταση αναπνοής και να μην τη δω.
Με τον ίδιο τρόπο έψαξα και βρήκα τον Lotfi. Εκείνος ήταν δάσκαλός μου σε δύσκολα μαθήματα. Δεν ήταν δυνατόν να φτάσω μέχρι εκεί και να μην τον ψάξω. Μ’ εκείνον περάσαμε και τέλεια, γιατί εκείνες τις ημέρες διοργάνωνε ένα μεγάλο πάρτι, στο οποίο πήγαμε μαζί με όλους τους Έλληνες που ήμασταν εκεί. Ήταν ένα παγκόσμιο ιατρικό συνέδριο, στο οποίο εγώ είχα βρεθεί από σπόντα. Όσοι γιατροί βρέθηκαν σ’ εκείνο το πάρτι θα το θυμούνται σ’ όλη τους τη ζωή. Υπαίθριο πάρτι στο καλύτερο παραδουνάβιο σημείο μέσα στην πρωτεύουσα, την οποία ο Δούναβης ομορφαίνει περισσότερο απ’ όλες τις πόλεις που διασχίζει. Να βρεθώ εκεί και να μην πάω να βρω τον Lotfi; Να μάθει ότι ήμουν εκεί δίπλα του και δεν πήγα να τον δω; Σκέτη απογοήτευση θα ήταν, αλλά πήγα να τον δω όχι για να μην τον απογοητεύσω, αλλά γιατί έτσι αισθανόμουν.
Στο πανεπιστήμιο έψαξα όλους τους καθηγητές, ακόμα κι αυτούς που δεν είχα καλές σχέσεις μαζί τους, αν και ήταν λίγοι σ’ αυτήν την κατηγορία. Αυτούς δεν τους έψαχνα γιατί αν μάθαιναν πως ήμουν εκεί και δεν πήγα να τους δω θα παρεξηγούνταν. Τους έψαχνα από ανάγκη. Ήθελα να τους δω. Ήταν οι καθηγητές μου, ήταν κομμάτι του εαυτού μου. Δεν θα μπορούσα να βρεθώ εκεί και να μην επιδιώξω να τους δω.
Γίνεται ένας μαθητής σου, που μάλιστα έκανες παραπάνω πράγματα γι’ αυτόν απ’ ότι για άλλους, να βρεθεί δίπλα σου και να μην έρθει να σε δει; Να μην τον νοιάζει που θα μάθεις ότι έφτασε μερικά μέτρα δίπλα από εσένα και δεν ήρθε να σε δει; Τι μαθητής θα ήταν αυτός και τι δάσκαλος θα ήσουν εσύ; Γίνεται να συμβεί τέτοιο πράγμα και να μην σε συγκλονίσει; Γίνεται να υπάρχει τέτοιος μαθητής; Γίνεται;
Σ.