Του κάτω κόσμου τα πουλιά!
Στίχοι του Μάνου Ελευθερίου και μουσική του Σταύρου Κουγιουμτζή. Ένα τραγούδι που το έχεις ακούσει και το έχεις τραγουδήσει χίλιες φορές και ξαφνικά προσέχεις τους τελευταίους στίχους, πού τόσα χρόνια δεν τους είχες προσέξει και που λένε: «άνθρωποι τρίζουν κι ακονίζουν τα σαγόνια, πηδούν και τρέχουν και σε φτάνουν στα μισά».
Ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι μιλάει για λύκους δίποδους. Για ανθρωπολύκους. Όχι για λυκάνθρωπους. Για λύκους δίποδους που τρίζουν κι ακονίζουν τα σαγόνια για να σε κατασπαράξουν και θέλεις να τρέξεις για να ξεφύγεις αλλά δεν μπορείς, επειδή οι δίποδοι λύκοι έχουν φωνή και σε κορόιδεψαν και σε παγίδεψαν ήδη και σε δάγκωσαν ήδη και το αίμα ήδη τρέχει ποτάμι, αλλά δεν το κατάλαβες εγκαίρως γιατί οι δίποδοι λύκοι φόρεσαν την κατάλληλη προβιά για να σε στριμώξουν.
Από τους τετράποδους λύκους ίσως και να μπορέσεις να ξεφύγεις. Από τους δίποδους λύκους είναι σχεδόν αδύνατον να ξεφύγεις γιατί είναι παμπόνηροι και μεθοδικοί. Οι τετράποδοι λύκοι αν χορτάσουν δεν κυνηγάνε να σκοτώσουν. Οι δίποδοι λύκοι σκοτώνουν για να ευχαριστηθούν. Ηχεί στ’ αυτιά ο ήχος από το τρίξιμο των σαγονιών των δίποδων λύκων. Σαν να τους βλέπεις μπροστά σου να ακονίζουν τα δόντια τους για να σε κατασπαράξουν ξεκινώντας από την ψυχή. Και το χειρότερο απ’ όλα δεν είναι που σου τρώνε την ψυχή και που σε κατασπαράσσουν ζωντανό. Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι μέσα σε λίγες στιγμές ξαναρίχνουν τον άνθρωπο στα τέσσερα, ενώ έκανε εκατομμύρια χρόνια να σηκωθεί στα δύο.
Κ. Νότνολ