Να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα προσπαθεί εναγωνίως η κυβέρνηση για το προκλητικό «δώρο» σε επιχειρηματικά συμφέροντα που εμπλέκονται σε υποθέσεις ξεπλύματος «βρώμικου» χρήματος.
Στο νέο ποινικό κώδικα που ψηφίστηκε στη Βουλή, η κυβέρνηση συμπεριέλαβε μια τροπολογία που δίνει τη δυνατότητα να «ξεπαγώσουν» τα δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία υπόδικων επιχειρηματιών εφόσον δεν εκδικαστεί η υπόθεση τους εντός 18 μηνών.
Η επίμαχη τροπολογία δίνει μια προθεσμία τριών μηνών στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες προκειμένου να ελέγξει τις υποθέσεις που ερευνά και στη συνέχεια θα πρέπει να τις θέσει στη διάθεση δικαστικών οργάνων. Εάν στη συνέχεια η υπόθεση δεν εκδικαστεί από το δικαστήριο εντός 18 μηνών, μετά το πέρας αυτής της προθεσμίας θα παύει να ισχύει το «πάγωμα» των λογαριασμών.
Οι «Financial Times» σημείωσαν σε δημοσίευμα τους πως οι αλλαγές αυτές στον ποινικό κώδικα «θεωρούνται ως πισωγύρισμα στο ζήτημα του ξεπλύματος χρήματος». Το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας ανέφερε ότι αυτή η τροπολογία δίνει τη δυνατότητα σε πολίτες που είναι ύποπτοι για απάτη και ξέπλυμα χρήματος να πάρουν πίσω τις περιουσιακά στοιχεία τους που έχουν παγώσει από τη δικαιοσύνη, εάν δεν έχουν δικαστεί μέσα σε 18 μήνες. «Συνήθως χρειάζονται τρία έως πέντε χρόνια για μία τέτοια υπόθεση να περάσει από την προκαταρκτική έρευνα σε δικαστικές, ενώ η διαδικασία των εφέσεων μπορεί να πάρει αντίστοιχα μεγάλο χρονικό διάστημα», πρόσθεσε η εφημερίδα.
Μετά το θόρυβο που προκλήθηκε, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στ. Πέτσας δήλωσε σήμερα στο «ΣΚΑΙ» πως η κυβέρνηση έστειλε απαντητική επιστολή στους «Financial Times», τους οποίους επέκρινε ότι «δεν έλαβαν καθόλου υπόψιν» την μεταβατική διάταξη των τριών μηνών για τις παρελθούσες υποθέσεις.
Βεβαίως η μεταβατική αυτή διάταξη δεν αναιρεί την ουσία της υπόθεσης, πολύ περισσότερο που αυτές οι υποθέσεις μπορεί να πάρει χρόνια για να εκδικαστούν.
Εκτός από αυτή την τροπολογία, στο νέο ποινικό κώδικα ενσωματώθηκε μια ακόμη προκλητική διάταξη που προσφέρει ασυλία στους τραπεζίτες. Η συγκεκριμένη ρύθμιση προβλέπει ότι η δίωξη για το αδίκημα της απιστίας παύει να είναι αυτεπάγγελτη και πλέον για να παραπεμφθεί ένα τραπεζικό στέλεχος σε δίκη θα πρέπει να καταθέτει μήνυση η τράπεζα.