Το τέλος ήταν πάντα καταθλιπτικό. Το τέλος δημιουργούσε κατάθλιψη ακόμα και στις ταινίες είτε αυτό ήταν καλό είτε αυτό ήταν κακό. Το τέλος ήταν καταθλιπτικό και στις θεατρικές παραστάσεις και στις συναυλίες. Ακόμα και το τέλος ενός βιβλίου ήταν καταθλιπτικό.
Το τέλος ήταν καταθλιπτικό ακόμα και σε δύσκολες στιγμές που θα έπρεπε να είναι λύτρωση. Το τέλος μιας δύσκολης εξέτασης στο πανεπιστήμιο αντί να λυτρώσει, κατέθλιβε. Το τέλος μιας δύσκολης κατάστασης στο στρατό αντί να χαροποιήσει, δημιουργούσε κατάθλιψη.
Χρόνια ολόκληρα ήταν αδύνατον να γίνει αντιληπτό γιατί το τέλος, καλό ή κακό, δημιουργούσε τέτοια κατάθλιψη. Και ξαφνικά πριν μερικά χρόνια ήρθε στο μυαλό ο Μίσσας κι εκείνο το δάκρυ του καθώς ανέβαινε στον ουρανό. Από τότε κρατούσε η κατάθλιψη του τέλους. Από τότε που πολύ μικρός έβλεπες το αρκουδάκι τον Μίσσα να μας αποχαιρετάει κλαίγοντας, γιατί δεν ήθελες να φύγει. Θα ήθελες εκείνοι οι αγώνες του Μίσσα να κρατήσουν για πάντα.
Μάλλον από τότε βαστάει και η ροπή προς ότι κρατάει πολύ, πάρα πολύ ή για πάντα. Μάλλον από εκεί κρατάει και ένα μέρος της αγάπης για τις ταινίες του Αγγελόπουλου, όσο μεγάλες κι αν είναι. Μάλλον από εκεί κρατάει και η αγάπη για τις μεγάλες θεατρικές παραστάσεις, για τα μεγάλα βιβλία.
Κι όμως το τέλος είναι νομοτέλεια, από αυτές μάλιστα που ποτέ δεν πρόκειται να διακυβευτούν…
Τσενρέ Χ.